ΕΠΙΚΟΥΡΟΣ, Επιστολή στον Μενοικέα, 122: Η φιλοσοφία ως προϋπόθεση για την ευδαιμονία
1η ΑΝΑΛΥΣΗ ΚΑΙ 2η ΑΝΑΛΥΣΗ ΕΔΩ: https://www.patakis.gr/files/1186793.pdf
ΕΝΟΤΗΤΑ 3 (φάκελος υλικού Αρχαία Ελληνικά Γ’ Λυκείου
Προσανατολισμού) : ΕΠΙΚΟΥΡΟΣ, Επιστολή στον Μενοικέα, 122: Η φιλοσοφία ως
προϋπόθεση για την ευδαιμονία
Ο Επίκουρος, ιδρυτής
μιας από τις πιο σημαντικές φιλοσοφικές σχολές της ελληνιστικής εποχής, γεννήθηκε
στη Σάμο το 341 π. Χ. από Αθηναίους γονείς. Έχοντας ταξιδέψει πολύ και έχοντας
δημιουργήσει ενεργούς κύκλους οπαδών στη Λάμψακο και στη Μυτιλήνη, μετακομίζει
στην Αθήνα γύρω στο 306 π. Χ. Εκεί ιδρύει μια αυθεντική φιλοσοφική σχολή
και προσελκύει μεγάλο αριθμό μαθητών στον Κήπο του, έναν ιδιόκτητο χώρο έξω από τα όρια της
πόλης, όπου συναντιούνται οι Επικούρειοι. Πεθαίνει το 271 π. Χ. Ο Επίκουρος
παραδίδει μια φιλοσοφική ερμηνεία του κόσμου και του χώρου μέσα σε αυτόν που
καταλαμβάνεται από τους ανθρώπους, και μέσα στις προθέσεις του είναι να
μπορέσει να δώσει απαντήσεις στον αντικειμενικό σκοπό να καταφέρει κάποιος να
επιτύχει και να έχει μια σταθερή και ευτυχισμένη ζωή. (Η ιστορία της φιλοσοφίας Umberto Eco/Riccardo
Fedriga τ. 2 σελ. 16,18, Το Βήμα).
Ενδεικτικές
Δραστηριότητες
Α. Τι λέει το
κείμενο;
1.
Πώς συνδέεται η φιλοσοφία με την εὐδαιμονίαν σύμφωνα με τον Επίκουρο; Τι προσφέρει στους
μεγαλύτερους και τι στους νεότερους;
Για τον Επίκουρο δεν
υπάρχει κατάλληλη ηλικία για να ασχοληθεί κανείς με τη φιλοσοφία. Η επιδίωξη
της σοφίας πρέπει να ξεκινά από την παιδική ηλικία και να συνοδεύει αλλά και να
διαμορφώνει τον άνθρωπο καθ’ όλη τη διάρκεια της ζωής του.
Αυτό είναι πολύ
σημαντικό για τον Επίκουρο, για τι η φιλοσοφία εξασφαλίζει σε όλους τους
ανθρώπους την υγεία της ψυχής, πράγμα που είναι το μέσο για την επίτευξη της
ευδαιμονίας. Όλοι οι άνθρωποι θέλουν να ζήσουν μια ευτυχισμένη ζωή και αυτό το
θεωρούν υπέρτατο σκοπό τους, άρα από το μέσο που οδηγεί σ’ αυτό ,δηλαδή τη
φιλοσοφία, δεν μπορεί να αποκλείεται κανείς ούτε νέος ούτε γέρος, αλλά ούτε
φτωχός ή πλούσιος, δούλος ή ελεύθερος, πολίτης ή μη.
«Ο προτρεπτικός
αυτός λόγος προς τη φιλοσοφία είναι, μάλλον για πρώτη φορά στην ιστορία της
φιλοσοφίας, μια ανοικτή (στον αντίποδα της πολιτικής ή πνευματικής αριστοκρατίας)
πρόσκληση σε όλους τους ανθρώπους: νέους και γέρους πρώτα, αλλά -μπορεί κάποιος
να συμπληρώσει με βάση τα όσα γνωρίζουμε- και προς άνδρες και γυναίκες,
ελεύθερους και δούλους, μορφωμένους και αμόρφωτους, πλούσιους και φτωχούς. Ίσως
η μόνη διάκριση που υφίσταται να ειναι ανάμεσα σε εκείνους που επιθυμούν να
φιλοσοφήσουν και σε εκείνους που δεν επιθυμούν. Ωστόσο και οι τελευταίοι, αν
ακούσουν την αληθινή (δηλ. την επικούρεια) φιλοσοφία και τον σκοπό της, θα
προστρέξουν στο κάλεσμα της.» (Γ. Ζωγραφίδης
«Επίκουρος, Ηθική η θεραπεία της ψυχής» , ΤΟ ΒΗΜΑ σελ. 394)
Ο νέος άνθρωπος με
τη φιλοσοφία αποκτά ωριμότητα και σύνεση και έτσι ρυθμίζει τη ζωή του ορθά,
ιεραρχεί τους στόχους του, απαλλάσσεται από την πλεονεξία, με αποτέλεσμα να μην
βασανίζεται από την αγωνία για το μέλλον.
«Πάνω απ’ όλα πάντως
πρέπει κανείς να εφαρμόζει την πειθαρχία των επιθυμιών, πρέπει να μάθει να
αρκείται σε αυτό που είναι εύκολο να αποκτήσει, σε αυτό που ικανοποιεί τις
βασικές ανάγκες της ύπαρξης και να μάθει να αρνείται ό,τι είναι περιττό.
Συνταγή απλή που όμως επιφέρει μια ριζική ανατροπή του τρόπου ζωής: γεύματα
λιτά, ρούχα απλά, απόρριψη πλούτου, τιμών και αξιωμάτων μια ζωή
απόρριψης.» (Pierre Hadot «Τι είναι η αρχαία ελληνική φιλοσοφία
σελ. 172 ΙΝΔΙΚΤΟΣ)
Γι’ αυτό αναφέρει στο
κείμενο ότι ο νέος θα χαρακτηρίζεται από γεροντική ωριμότητα και δεν θα φοβάται
το μέλλον, αφού δεν επιδιώκει τίποτα που να του προκαλεί άγχος και αδημονία και
υπέρμετρες φροντίδες.
Από την άλλη στους
ηλικιωμένους μεγάλη δύναμη έχει η μνήμη για τα περασμένα, αφού το παρελθόν
είναι μεγαλύτερο σε διάρκεια από το προσδοκώμενο μέλλον. Οι αναμνήσεις λοιπόν,
από μια συγκρατημένη ζωή, από μια σοφά βιωμένη ζωή θα γεμίζει ικανοποίηση τον
άνθρωπο καθώς θα χαίρεται τα αγαθά που του χάρισε μια μετρημένη ζωή.
«Στην τρίτη περίοδο
(επανα)κατατίθεται το συμπέρασμα, η κεντρική θέση δηλαδή του φιλοσόφου: Ὥστε
φιλοσοφητέον καὶ νέῳ καὶ γέροντι, πλαισιωμένο από ένα
δεύτερο επιχείρημα, και πάλι συμμετρικό:
Β1: Οι νέοι, καθώς
θα οδηγούνται προς τα γηρατειά, θα τείνουν να διασώσουν τη νεότητά τους, μέσα
από την ευγνωμοσύνη για όσα ζουν.
Β2: Οι ηλικιωμένοι,
θα νιώθουν νέοι μέσα στα γηρατειά τους, καθώς θα αναπτύσσουν την έλλειψη φόβου
για το μέλλον.
Η θέση που εδώ
εννοείται: τόσο η ευγνωμοσύνη για τη ζωή, όσο και η αφοβία για τα μελλοντικά
δεινά ή τον θάνατο αποτελούν μια φιλοσοφική στάση ζωής.
μήτε μελλέτω, μήτε κοπιάτω, φιλοσοφητέον, μελετᾶν χρή: Οι φράσεις αυτές έχουν τον έντονο δεοντολογικό χαρακτήρα
(προστακτικές, ρημ. επίθετο –τέος, που δηλώνει το δέον, χρὴ +απαρέμφατο)· και ταιριάζουν στο γραμματειακό είδος: λόγος
προτρεπτικός/διδακτική
επιστολή.» Βασίλειος Μπετσάκος
Επιμορφωτικό Υλικό για τα Αρχαία Ελληνικά Γ’ Λυκείου
« Εφόσον η φιλοσοφία
φέρνει την ευδαιμονία, είναι μια δραστηριότητα αναγκαία για κάθε ηλικία και
διαρκώς επείγουσα. Η αδιαφορία προς τη φιλοσοφία καθυστερεί, αν όχι ματαιώνει,
την πορεία προς τον σκοπό της ζωής. Αυτό αποτελεί πεποίθηση του Επίκουρου, που
θέλει ως κοινό για τις φιλοσοφικές του διδασκαλίες τον μέσο άνθρωπο. Ο νέος δεν
έχει ολοκληρωμένη εκπαίδευση, άρα μπορεί να πλησιάσει τη φιλοσοφία αδέσμευτος
ακόμη από τα βαρίδια της περιττής γνώσης (η άρνηση της παιδείας από τον
Επίκουρο γίνεται και εδώ φανερή), ενώ ο γέρος συνεχίζει να ζει μέσα στα
αγαθά της φιλοσοφίας, εξασφαλίζοντας τις ευχάριστες αναμνήσεις του.
[….] Η διαφορά του γέρου από τον νέο είναι ως προς τη βιωμένη ευτυχία. Αν
ο νέος έχει την ελπίδα αλλά και τον φόβο, ο άλλος έχει τη μνήμη -βασικό όρο της
επικούρειας ευδαιμονίας. Βλ. Επίκουρος, Κύριαι δόξαι XVII. Πρβ. Ἐπικούρου Προσφώνησις 19, όπου ο γέρος, ξεχνώντας τα
περασμένα αγαθά, γίνεται νέος». (Γ.
Ζωγραφίδης «Επίκουρος, Ηθική η θεραπεία της ψυχής» , ΤΟ ΒΗΜΑ σελ. 395, 396)
2.
Για πολλούς φιλοσόφους της αρχαιότητας η ευτυχία (εὐδαιμονία) αποτελεί τέλος (απώτερο σκοπό) της ανθρώπινης ζωής.
Ποια φράση της επιστολής επαληθεύει ότι το ίδιο ισχύει και για τον Επίκουρο;
Η φράση που
δείχνει ότι και ο Επίκουρος, όπως όλοι οι φιλόσοφοι, επιδιώκει την ευδαιμονία
και στόχος της φιλοσοφικής τους δραστηριότητας είναι να δείξουν τον δρόμο στους
ανθρώπους προς αυτήν είναι η τελευταία του κειμένου: «εἴπερ παρούσης μὲν αὐτῆς πάντα ἔχομεν, ἀπούσης δὲ πάντα πράττομεν εἰς τὸ ταύτην ἔχειν»: όταν έχουμε την ευδαιμονία, έχουμε τα
πάντα, όταν απουσιάζει από τη ζωή μας, κάνουμε τα πάντα ,για να την
κατακτήσουμε.
«Ο Επίκουρος αυτό
θεώρησε και αυτό έζησε ως το μεγαλύτερο πρόβλημα της ανθρώπινης ζωής: το «πώς
μπορώ να είμαι ευτυχισμένος» δηλαδή ποια είναι η ιδανική μορφή ζωής που μπορώ
να ζήσω. Και δεν ήταν ένα θεωρητικό ερώτημα. Την εποχή εκείνη οι φιλόσοφοι
πίστευαν ότι μπορεί να απαντηθεί όχι μόνο στα λόγια αλλά και από την ίδια τη
ζωή. Και το πρώτο βήμα ήταν η επιλογή της κατάλληλης φιλοσοφικής σχολής: όταν
την επέλεγες, δεν επέλεγες απλώς μια μέθοδο να γνωρίζεις, ένα τρόπο να
σκέφτεσαι ή κάποιες συγκεκριμένες γνώσεις· επέλεγες έναν τρόπο να ζήσεις.
Κορεσμένος από
φιλοσοφικές συζητήσεις που δεν οδηγούσαν σε κάτι ωφέλιμο για την ανθρώπινη ζωή,
ο Επίκουρος δεν δίστασε να διεκδικήσει για την φιλοσοφία τον ανώτερο δυνατό
στόχο: να καθοδηγήσει τον χαμένο άνθρωπο μέσα από τις αντιξοότητες της
προσωπικής και δημόσιας ζωής του, να κατακτήσει την ευτυχία εδώ και τώρα. Η
φιλοσοφία δεν είναι απλώς μια μέθοδος που τη χρησιμοποιείς για τον σκοπό σου
και μετά σου είναι άχρηστη· είναι ο δρόμος και το τέρμα μαζί. «Στις άλλες
ασχολίες το αποτέλεσμα έρχεται αφού αυτές ολοκληρωθούν. Στην φιλοσοφία αντίθετα
συνδυάζεται το τερπνό με τη γνώση. Η απόλαυση δεν έρχεται μετά τη μάθηση αλλά
πάνε μαζί. […]
Ο μόνος τρόπος ζωής
που οδηγεί στην ευτυχία είναι ο φιλοσοφικός. Δεν είναι μια ζωή χαμένη στην ερημική
γαλήνη των μελετών, αλλά μια άσκηση των αρετών στην χαρούμενη κοινότητα των
φίλων.» (Κάλφας, Ζωγραφίδης «Αρχαίοι
Έλληνες φιλόσοφοι» σελ. 180, 190 ΤΟ ΒΗΜΑ)
Β. Ας εμβαθύνουμε
στο νόημα του κειμένου
1.
Να σχολιάσετε σε μία παράγραφο εκατό (100) περίπου λέξεων
την φράση του Επίκουρου: οὔτε γὰρ ἄωρος οὐδείς ἐστιν οὔτε πάρωρος πρὸς τὸ κατὰ ψυχὴν ὑγιαῖνον.
πρὸς τὸ κατὰ ψυχὴν ὑγιαῖνον: η φράση αυτή είναι παρμένη από την ιατρική: όπως κάθε
άνθρωπος θεωρεί την υγεία του σώματος από τα μεγαλύτερα αγαθά και καθένας φροντίζει
για αυτή με κάθε μέσο, έτσι και για τη ψυχή. Πρέπει κάθε άνθρωπος να έχει υγεία
και να κάνει το παν για τη διατήρηση της ψυχικής υγείας και ισορροπίας. Ο λόγος
του φιλοσόφου είναι θεραπευτικός και μπορεί να λειτουργήσει ως φάρμακο για την
εξάλειψη της εσωτερικής ταραχής.
Αφού λοιπόν η υγεία
της ψυχής είναι κάτι τόσο σπουδαίο, όσο και η υγεία του σώματος, κάθε άνθρωπος
ανεξάρτητα από ηλικία, φύλο, κοινωνική θέση, καταγωγή, πρέπει να αναζητά όλα
εκείνα τα μέσα που θα του εξασφαλίσουν αυτό το τόσο σημαντικό αγαθό. Η
φιλοσοφία σύμφωνα με τον Επίκουρο, είναι το κατεξοχήν μέσον κατάκτησης της
ψυχικής υγείας. Άρα δεν είναι κανείς ούτε ανώριμος (ἄωρος= α στερ. + ὥρα = ο κατάλληλος χρόνος= μήπω ὑπάρχειν ὥραν / μήπω παρεῖναι τὴν ὥραν ) ούτε
υπερώριμος (πάρωρος= παρά + ὥρα = παρεληλυθέναι τὴν ὥραν / μηκέτι εἶναι τὴν ὥραν) για την ενασχόληση
με την φιλοσοφία που τον βοηθά για να κατακτήσει την ψυχική υγεία.
Αυτή η επιδίωξη
πρέπει να ξεκινά από την πολύ νέα ηλικία. Ο νέος έχει όρεξη για τη ζωή,
ορμητικότητα και δυναμισμό, η ασυγκράτητη όμως ροπή προς την ικανοποίηση
άμετρων απολαύσεων θα προκαλέσει ανισορροπία και εσωτερική ταραχή. Η ενασχόληση
με τη φιλοσοφία θα αποτρέψει το νέο από αυτό το λάθος και θα τον βοηθήσει να
αποκτήσει υγιή και ολοκληρωμένη προσωπικότητα.
Από την άλλη ο
ηλικιωμένος μέσα από τα χρόνια που πέρασαν έχει δια μορφωμένη εσωτερική ψυχική
κατάσταση η οποία μπορεί να μην είναι η επιθυμητή. Πρέπει λοιπόν να αγωνίζεται
συνεχώς να αποκτήσει ψυχική υγεία αναγνωρίζοντας τα λάθη του παρελθόντος
αλλάζοντας τρόπο ζωής και αποκτώντας μια φιλοσοφημένη νοοτροπία, ώστε να
εξασφαλίσει ήρεμο και γαλήνιο εσωτερικό κόσμο.
2.
Ποιο συγκεκριμένο περιεχόμενο έχει για εσάς η
επιμεριστική (αόριστη) αντωνυμία πάντα στην περίοδο: μελετᾶν οὖν χρὴ τὰ ποιοῦντα τὴν εὐδαιμονίαν, εἴπερ παρούσης μὲν αὐτῆς πάντα ἔχομεν, ἀπούσης δὲ πάντα πράττομεν εἰς τὸ ταύτην ἔχειν;
Πάντα ἔχομεν: τα στοιχεία που συνθέτουν την ευτυχία:
·
Υλική επάρκεια
·
Ομαλές και ειρηνικές συνθήκες ζωής
·
Εσωτερική πληρότητα και γαλήνη
·
Πνευματική διαύγεια
·
Ηθική συγκρότηση
·
Καθαρότητα βίου
·
Κοινωνική καταξίωση και προσφορά
πάντα πράττομεν: ο αγώνας που κάνουμε
για να κατακτήσουμε την ευτυχία:
·
Ασκούμε βιοποριστικό επάγγελμα
·
Εκπαιδευόμαστε, μορφωνόμαστε, καλλιεργούμαστε πνευματικά
·
Συμμετέχουμε στο κοινωνικό –πολιτικό γίγνεσθαι
·
Συνάπτουμε ποικίλες (κοινωνικές, φιλικές, οικογενειακές,
επαγγελματικές) σχέσεις.
Γ. Για τη γλώσσα του
κειμένου
1.
Ο Επίκουρος αποφεύγει τη χρήση φιλοσοφικών τεχνικών
όρων. Πώς θα χαρακτηρίζατε το λεξιλόγιο που χρησιμοποιεί; Σχετίζεται και πώς η
συγκεκριμένη επιλογή με τον πρακτικό προσανατολισμό της φιλοσοφικής του
διδασκαλίας;
Ο Επίκουρος έγραφε
απλά, άμεσα και κατανοητά (μικρές προτάσεις, παρατακτική σύνταξη), το
λεξιλόγιο χαρακτηρίζεται καθημερινό και οικείο, διότι ο σκοπός του ήταν να
βοηθήσει όσους περισσότερους ανθρώπους μπορούσε και ο τρόπος ζωής που πρότεινε
να είναι κατανοητός και εφαρμόσιμος από όλους. Ως γιατρός της ψυχής έπρεπε να
διαβεβαιώσει ότι η θεραπεία που πρότεινε δεν απαιτεί ειδικές γνώσεις και
τεχνικές. Δεν χρειαζόταν ειδικευμένες θεωρίες και λεπτομέρειες.
«Ο Επίκουρος δεν
έγραψε κείμενα εφάμιλλα των πλατωνικών διαλόγων και των αριστοτελικών
αναλύσεων, απέφυγε πολλούς τεχνικούς όρους και τις περίτεχνες εκφράσεις,
απαξίωσε τη λογική και τη ρητορική.»
(Κάλφας, Ζωγραφίδης
«Αρχαίοι Έλληνες φιλόσοφοι» σελ. 177 ΤΟ ΒΗΜΑ)
παράλληλα
κείμενα
1.
ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΗΣ Ἠθικὰ Νικομάχεια, Β 2.1-4, 1103b26-1104a5
Ενδεικτικές
Δραστηριότητες
1.
Να θυμηθείτε ποιος είναι ο σκοπός της φιλοσοφίας,
σύμφωνα με τον Επίκουρο. Να συγκρίνετε τις απόψεις του Αριστοτέλη και του Επίκουρου
(Κείμενο Αναφοράς). Να λάβετε υπόψη σας και το ακόλουθο χωρίο του Επίκουρου,
που υπαινίσσεται τους Περιπατητικούς (τους μαθητές του Αριστοτέλη): «Αυτό που
προξενεί ανυπέρβλητη αγαλλίαση είναι η παντελής απελευθέρωση από ένα μεγάλο
κακό. Τέτοια είναι η φύση του αγαθού, αν κάποιος την συλλάβει με σωστό τρόπο
και στη συνέχεια μείνει σταθερός και δεν περιπατεί άσκοπα φλυαρώντας περί του
αγαθού» (απόσπασμα 243 Usener).
Για τον Αριστοτέλη
«εὐδαιμονία ἐστίν ἐνέργεια ψυχῆς κατ’ ἀρετήν τελείαν». Δηλαδή η ευδαιμονία δεν είναι μια παθητική
κατάσταση που την υποδεχόμαστε, όταν μας χαρίζεται, αλλά μια δυναμική ενέργεια, ένας
συνεχής αγώνας που όμως γίνεται σύμφωνα με τους κανόνες της τέλειας αρετής.
Το δοθέν κείμενο
αναφέρεται στην διαμόρφωση των σωστών έξεων που γίνεται με την
επιλογή και σταθερή εκτέλεση ενάρετων πράξεων. Άρα στόχος της φιλοσοφικής
αναζήτησης δεν είναι η θεωρητική γνώση αλλά η πράξη η σύμφωνη με την αρετή. Γι’
αυτό παρενθετικά αναφέρει πως δεν πρέπει να ασχολούνται με το τι είναι η αρετή,
αλλά με το πώς (πρακτικά) θα γινόμαστε ενάρετοι.
«Το γεγονός ότι η
αριστοτελική ηθική είναι εξ αρχής προσανατολισμένη όχι στη γνώση αλλά στην
πράξη έχει καίριες γνωσιολογικές συνέπειες. Ο φιλόσοφος δεν πρόκειται να
αναζητήσει απόλυτες αξίες και ακαταμάχητες αλήθειες, αλλά θα εξετάσει την ηθική
πράξη μέσα σε συγκεκριμένα ιστορικά συμφραζόμενα και χωροχρονικά πλαίσια. Η
ηθική πράξη είναι άρρηκτα συνδεδεμένη με τον καιρόν, την χρονικά εντοπισμένη συγκυρία..» Βασίλειος Μπετσάκος Επιμορφωτικό Υλικό για τα
Αρχαία Ελληνικά Γ’ Λυκείου
Στο ίδιο καταλήγει
και ο Επίκουρος, ο οποίος προτείνει την διανοητική σύλληψη του αγαθού και
την σταθερή πρακτική εφαρμογή του, και όχι τις άσκοπες ατέρμονες συζητήσεις για
το τι είναι αγαθό. ¨δεν έχουμε
ανάγκη από ματαιόσπουδες σοφίες αλλά από μια αθόρυβη ζωή¨.
«Για την θεραπεία
της ψυχής και για μια ζωή σύμφωνη με τη θεμελιώδη [επικούρεια] επιλογή, δεν
αρκεί να γνωρίσει κανείς τον επικούρειο φιλοσοφικό λόγο. Πρέπει και να ασκείται
διαρκώς. Κατ’ αρχάς πρέπει να μελετά, με την έννοια ότι πρέπει να αφομοιώνει
ουσιαστικά, να συνειδητοποιεί έντονα τα βασικά δόγματα, τις κύριες
δόξες.» (Pierre Hadot «Τι είναι η αρχαία ελληνική φιλοσοφία
σελ. 171 ΙΝΔΙΚΤΟΣ)
«Ἃ δε σοι συνεχῶς
παρήγγελλον, ταῦτα και πρᾶττε και μελέτα, στοιχεῖα του καλῶς ζῆν ταῦτα διαλαμβάνων.»
2.
Μια αντίστιξη συνηθισμένη στην αρχαία ελληνική σκέψη
είναι ανάμεσα στον λόγον (λογική, κρίση κλπ.) και το πάθος (συναισθήματα,
παρορμήσεις κλπ.). Με βάση τα συγκεκριμένα αποσπάσματα από τα Ἠθικὰ Νικομάχεια του Αριστοτέλη και την Επιστολή στον Μενοικέα του
Επίκουρου, να κρίνετε σε ποιο άκρο της αντίστιξης δίνει έμφαση ο κάθε φιλόσοφος.
Ο Αριστοτέλης
βρίσκεται στην πλευρά του λόγου. Πιστεύει πως ο άνθρωπος με τη φρόνηση θα
μπορέσει να επιλέξει τον ορθό τρόπο ζωής και καθημερινά να πράττει ορθά ώστε να
αποκτήσει τις ορθές αξίες. Αυτό θα δημιουργήσει μια σταθερή συμπεριφορά με βάση
το λόγο και τη φρόνηση. Άλλωστε στον ορισμό της αρετής στα Ηθικά
Νικομάχεια αναφέρει ότι η αρετή βρίσκεται στη μεσότητα η οποία καθορίζεται από
τον ορθό λόγο και σύμφωνα με τον φρόνιμο άνθρωπο.
Από την άλλη ο
Επίκουρος εντοπίζει την κυρία αιτία της ανθρώπινης δυστυχίας στο κυνήγι των
απολαύσεων, οι οποίες επειδή είναι πρόσκαιρες και φευγαλέες προκαλούν τελικά
πόνο και οδύνη στον άνθρωπο. Προτείνει λοιπόν την αποφυγή της ικανοποίησης των
περιττών αναγκών και την επιλογή των απολαύσεων που προσφέρουν γαλήνη και
αταραξία στην ψυχή.
Καταλαβαίνουμε,
λοιπόν, πώς ο Επίκουρος αποκρούει τα έντονα πάθη που προκαλούν ταραχή στον
άνθρωπο, αλλά παράλληλα προτείνει να ικανοποιεί ο άνθρωπος τις αναγκαίες και
φυσικές επιθυμίες.
Επίσης ο φόβος για
το μέλλον, τους θεούς και τον θάνατο είναι ένα άλλο πάθος που παράγει πόνο
στους ανθρώπους. Γι΄ αυτό προτείνει το εξής φάρμακο.
Στο αρχικό κείμενο
επίσης η αναφορά στην υγεία της ψυχής αλλά και στη ευγνωμοσύνη για τα αγαθά της
ζωής και την απαλλαγή από τον φόβο καταλαβαίνουμε πως ο Επίκουρος δίνει έμφαση
στην αποφυγή της οδύνης και στην επιλογή της γαλήνης και ηρεμίας.
2.
ΕΠΙΚΟΥΡΟΣ και ΔΙΟΓΕΝΗΣ ΟΙΝΟΑΝΔΕΥΣ
Ενδεικτική
Δραστηριότητα
Να αναπτύξετε σε μια
παράγραφο εκατό (100) περίπου λέξεων τις σκέψεις σας για τον παραλληλισμό
ιατρικής και φιλοσοφίας.
Ιατρική και
φιλοσοφία
Ο άνθρωπος
αποτελείται από σώμα και ψυχή και όπως φροντίζουμε για τις αρρώστιες του
σώματος ώστε να βρούμε τον καλύτερο γιατρό και να λάβουμε τα κατάλληλα φάρμακα,
έτσι πρέπει να κάνουμε και για την ψυχή. Η ψυχή αρρωσταίνει από τα
εσωτερικά πάθη, αλλά και από την αγωνία και τον φόβο που προκαλούν οι
εξωτερικές καταστάσεις της ζωής. Επιπλέον οι ασθένειες της ψυχής μεταδίδονται
από τον ένα άνθρωπο στον άλλο, όπως οι επιδημίες (κείμενο β). Τα πάθη
προκαλούνται από τη συνεχή επιδίωξη του ανθρώπου για απολαύσεις και από τη
φιλαυτία. Η φιλοσοφία αποτελεί το κατάλληλο φάρμακο, γιατί βοηθά τον άνθρωπο να
ιεραρχήσει τις ανάγκες του και να επιλέξει στόχους όχι υλικούς και φθαρτούς,
αλλά πνευματικούς και ηθικούς. Επιπλέον η φιλοσοφία ηρεμεί τον άνθρωπο,
αφού τον ανακουφίζει από την υπαρξιακή του αγωνία, αλλά και τον βοηθά να
εκλογικεύει τις καταστάσεις που βιώνει και να παίρνει τις σωστές αποφάσεις, για
να αντιμετωπίζει τα καθημερινά προβλήματα. Καταληκτικά, όπως οι αρρώστιες της
ψυχής δεν είναι οργανικές αλλά αντιστοιχούν στη φύση της, έτσι και τα φάρμακα
γι’ αυτές πρέπει να είναι πνευματικά και ηθικά.
4.
Κ. Π. ΚΑΒΑΦΗΣ «Από την σχολήν του περιωνύμου
φιλοσόφου»
Ενδεικτική
Δραστηριότητα
Ο νεαρός
«πρωταγωνιστής» του καβαφικού ποιήματος εκ πρώτης όψεως φαίνεται να εφαρμόζει
την επικούρεια συμβουλή: να φιλοσοφεί και στη νεότητα και στα γεράματα.
Συμφωνείτε; Θεωρείτε ότι αντιμετωπίζει τη φιλοσοφία όπως την συλλάμβαναν οι
αρχαίοι φιλόσοφοι, δηλαδή ως τρόπο ζωής;
Ο πρωταγωνιστής του
ποιήματος είναι ένας καιροσκόπος, ένας αναζητητής ευκαιριών και εμπειριών.
Το νεανικό του
πέρασμα από τη φιλοσοφική σχολή ήταν ευκαιριακό και τον επηρέασε ρηχά και
επιφανειακά. Το ίδιο συνέβη σε ό,τι κι αν στράφηκε, με την πολιτική, με
την εκκλησία. Δεν είχε σκοπό ούτε να ασχοληθεί σοβαρά, ούτε να επηρεασθεί
βαθιά, ούτε και να κάνει θυσίες για κάτι που πιστεύει και θέλει να υπηρετήσει.
Στο μόνο στο οποίο
δόθηκε ήταν η ακολασία ως « θαμών
των διεφθαρμένων οίκων της Αλεξανδρείας, κάθε κρυφού καταγωγίου κραιπάλης». Δηλαδή
έγινε δούλος της φιληδονίας, κάτι που αποστρεφόταν ο Επίκουρος.
Αλλά και στα
γεράματα όταν θα τον εγκατέλειπε η αλκή και η ομορφιά του σώματος, θα ξεκινούσε
τον ίδιο μάταιο και τυχοδιωκτικό κύκλο φιλοσοφία-πολιτική με κυνικότητα και
αναίδεια περιφρονώντας κάθε αξία. Είναι μια κενή προσωπικότητα, που σύρεται σε
ό,τι κάθε φορά νομίζει πρόσφορο, για να ικανοποιήσει τις επιθυμίες του
χωρίς τίποτα το αξιόλογο να μπορεί να αναφέρει κανείς γι’ αυτόν.
«Ο ίδιος ο ποιητής,
βεβαίως, δεν βάλλει ευθέως κατά της φιλοσοφίας. Ο νεαρός πρωταγωνιστής του
εμφανίζεται να επέλεξε τον Αμμώνιο Σακκά ως περιώνυμο, (χωρίς να τον εκτιμά: γέρος), να ζητούσε σ’
αυτόν κάτι για να καταπολεμήσει την ανία του, και εντέλει θα μπορούσε να τον
εναλλάξει με οποιονδήποτε άλλο φιλόσοφο, αδιακρίτως του τι αυτός θα δίδασκε (Κι αν εν τω μεταξύ απέθνησκεν ο γέρος /πήγαινε σ’ άλλου φιλοσόφου ή σοφιστού· /πάντοτε βρίσκεται κατάλληλος κανείς). Όλα αυτά δείχνουν
ότι ο φιλοσοφικός τρόπος ζωής υπακούει σε ορισμένες αρχικές προϋποθέσεις.»
ΕΝΟΤΗΤΑ 3 (φάκελος υλικού Αρχαία Ελληνικά Γ’ Λυκείου
Προσανατολισμού) : ΕΠΙΚΟΥΡΟΣ, Επιστολή στον Μενοικέα, 122: Η φιλοσοφία ως
προϋπόθεση για την ευδαιμονία
Αρκετοί στοχαστές στην αρχαιότητα επέλεξαν την επιστολή ως
μέσο διατύπωσης και διάδοσης των βασικών αρχών της διδασκαλίας τους. Κατέστησαν
έτσι την επιστολογραφία διακριτό γραμματειακό είδος. Ήδη από την αρχαιότητα τα
κείμενα αυτά –άτιτλα, όπως συνηθιζόταν για τα κείμενα όλων σχεδόν των
γραμματειακών ειδών- τιτλοφορήθηκαν με
αναφορά στον αποστολέα (συγγραφέα) τους και τον εκάστοτε
παραλήπτη της επιστολής.
Σώζονται ακέραιες τρεις επιστολές του Επίκουρου (341–270
π.Φ.): Προς Ηρόδοτο (βασικά στοιχεία φυσικής), Προς Πυθοκλή (κοσμολογία) και
Προς Μενοικέα (ηθική). Και οι τρεις επιστολές έχουν διδακτικό χαρακτήρα. Το
Κείμενο Αναφοράς είναι η α’ παράγραφος από την Επιστολή στον Μενοικέα (μαθητή
του Επίκουρου).
Η Επιστολή στον Μενοικέα είναι ένας προτρεπτικός λόγος. Ο
Επίκουρος προτρέπει τον Μενοικέα να ασκήσει τη φιλοσοφία. Στην πραγματικότητα,
όμως, «ο προτρεπτικός αυτός προς τη φιλοσοφία είναι, μάλλον για πρώτη φορά στην
ιστορία της φιλοσοφίας, μια ανοιχτή (στον αντίποδα της πολιτικής ή πνευματικής
αριστοκρατίας) πρόσκληση σε όλους τους ανθρώπους: νέους και γέρους πρώτα, αλλά
-μπορεί κάποιος να συμπληρώσει με βάση τα όσα γνωρίζουμε- και προς άνδρες και
γυναίκες, ελεύθερους και δούλους, μορφωμένους και αμόρφωτους, πλούσιους και
φτωχούς. Ίσως η μόνη διάκριση που υφίσταται να είναι ανάμεσα σε αυτούς που
επιθυμούν να φιλοσοφήσουν και σε εκείνους που δεν επιθυμούν. Ωστόσο, και οι
τελευταίοι, αν ακούσουν την αληθινή (δηλ. την επικούρεια) φιλοσοφία και τον
σκοπό της, θα προστρέξουν στο κάλεσμά της»
Πώς αντιλαμβάνεται, όμως ο
Επίκουρος τη φιλοσοφία; Καταρχήν όχι ως απλή θεωρητική γνώση αλλά ως ένα τρόπο
ζωής. Αυτός ο φιλοσοφημένος τρόπος ζωής μπορεί να οδηγήσει τον άνθρωπο στην
εὐδαιμονία, η οποία αποτελεί και στην επικούρεια διδασκαλία τον απώτερο στόχο
του ανθρώπου, το τέλος της ζωής του. Η ψυχική οδύνη, ο σωματικός πόνος και η
συνακόλουθη ταραχή της ψυχής είναι για τον Επίκουρο παγίδες που απειλούν την
ηρεμία του ανθρώπου και ακυρώνουν την εὐδαιμονία, την ευτυχία του. Αλλά ο
φιλοσοφημένος τρόπος ζωής λειτουργεί ως θεραπεία μιας ζωής που ασθενεί· η
ευτυχία είναι αποκατάσταση της χαμένης υγείας και η φιλοσοφία θα οδηγήσει προς
αυτήν λειτουργώντας ιαματικά.
Το περιεχόμενο μιας φιλοσοφημένης ζωής είναι η απαλλαγή
από ποικίλους φόβους (φόβο για τα φυσικά φαινόμενα, τον πόνο και τον θάνατο,
τους θεούς και τη μεταθανάτια ζωή). Και συνακόλουθα, μια ζωή γαλήνης, ηδονής
και ελευθερίας. Η ἡδονὴ αποτελεί για τον Επίκουρο ύψιστο αγαθό. Αλλά «η ἡδονὴ
δεν είναι τόσο στιγμιαία απόλαυση όσο μια διαρκέστερη ψυχική διάθεση,
ικανοποίησης και γαλήνης»
(Βλ. τις παραγράφους 127 και 128 της Επιστολής στον
Μενοικέα: Πρέπει να αναλογιζόμαστε ότι από τις επιθυμίες άλλες είναι φυσικές
και άλλες μάταιες· από τις φυσικές πάλι, μερικές είναι αναγκαίες και μερικές
απλώς φυσικές· τέλος, από τις αναγκαίες επιθυμίες άλλες είναι αναγκαίες για την
ευδαιμονία, άλλες για την ευεξία του σώματος και
άλλες για την ίδια τη ζωή. Η ορθή θεώρηση όλων αυτών μας
επιτρέπει να αναγάγουμε κάθε
προτίμηση και κάθε αποστροφή στην υγεία του σώματος και
στην αταραξία της ψυχής, από
τη στιγμή που αυτός είναι ο σκοπός της μακάριας ζωής.
Γιατί, πράγματι, κάνουμε τα πάντα για να μην πονούμε και να μην τρομάζουμε.
Άπαξ και το εξασφαλίσουμε, κατευνάζεται η τρικυμία της ψυχής, αφού το έμψυχο ον
δεν χρειάζεται να περιπλανιέται για κάτι που του λείπει και να αναζητεί κάτι με
το οποίο να ολοκληρώσει αυτό που είναι αγαθό για την ψυχή και το σώμα. Γιατί
την ηδονή την έχουμε ανάγκη ακριβώς τότε, όταν πονούμε από την απουσία της· ενώ
όταν δεν πονούμε, δεν την χρειαζόμαστε πια. Για τον λόγο αυτό
αποκαλούμε την ηδονή αρχή και τέλος της μακάριας ζωής
.
Οι άνθρωποι, λέει ο Επίκουρος, έχουμε επιθυμίες, και
μάλιστα τόσο πολλές και περίπλοκες που είναι αδύνατο να ικανοποιηθούν. Αλλά
αυτό μας προκαλεί θλίψη, ταραχή ή και πόνο. Αν, όμως, διακρίνουμε τις επιθυμίες
μας και περιοριστούμε στην ικανοποίηση των αναγκαίων, εκείνων που θα μας
εξασφαλίσουν την απουσία πόνου και ταραχής, γινόμαστε ευτυχισμένοι. Κάτι
αντίστοιχο συμβαίνει και με τις ηδονές· σημασία έχουν οι πιο μόνιμες
από αυτές, είτε αφορούν στο σώμα είτε στην ψυχή (καταστηματικαὶ
ἡδοναί), αυτές που προκύπτουν από την σταθερή ικανοποίηση των αναγκαίων
επιθυμιών. Μια μετρημένη ζωή, λοιπόν, μπορεί, κατά τον Επίκουρο, να εξασφαλίσει
στον άνθρωπο την ευτυχία.
Β. Το Κείμενο Αναφοράς και η φιλοσοφική ερμηνεία του
Όπως και στον Προτρεπτικὸ του Αριστοτέλη, κεντρική θέση
στο συγκεκριμένο απόσπασμα της προτρεπτικής επιστολής του Επίκουρου έχει το
ρηματικό επίθετο φιλοσοφητέον (αν το αναλύαμε σε πρόταση, αυτή θα ήταν: «χρὴ
νέον καὶ γέροντα φιλοσοφεῖν»)· ο Επίκουρος τονίζει ότι η προτροπή του προς τη
φιλοσοφία αφορά τόσο τους νέους όσο και τους γέρους . Σο ίδιο νόημα, εξάλλου,
έχει η εισαγωγική και θεματική πρόταση της παραγράφου: η φιλοσοφία είναι για
όλους· είναι διαρκώς επείγουσα. Ασφαλώς ο Επίκουρος έχει υπόψη του -και
διαφοροποιείται από αυτήν- τη θέση του Πλάτωνα ότι η φιλοσοφία (διαλεκτική)
απαιτεί μακρόχρονη προετοιμασία και παιδεία, και ότι επομένως μόνο σε ώριμη
ηλικία μπορεί κάποιος να την ασκήσει. Βλ. Πολιτεία, 540a:
Πεντεκαίδεκα ἔτη͵ ἦν δ΄ ἐγώ. γενομένων δὲ πεντηκοτουτῶν
τοὺς διασωθέντας καὶ
ἀριστεύσαντας πάντα πάντῃ ἐν ἔργοις τε καὶ ἐπιστήμαις πρὸς
τέλος ἤδη ἀκτέον͵ καὶ
ἀναγκαστέον ἀνακλίναντας τὴν τῆς ψυχῆς αὐγὴν εἰς αὐτὸ
ἀποβλέψαι τὸ πᾶσι φῶς παρέχον
Ερμηνευτικό σχόλιο: Εύλογα μπορούμε να υποθέσουμε ότι,
αναφερόμενος ο Επίκουρος και στα δύο ηλικιακά άκρα, συμπεριλαμβάνει όλους τους ανθρώπους
ανεξαρτήτως ηλικίας (και όχι μόνο ηλικίας). Σην προτροπή του για φιλοσοφία ο
Επίκουρος την υποστηρίζει με συμμετρικές για τους νέους και τους ηλικιωμένους
αιτιολογήσεις, αναιρώντας με διαλογικό ύφος υποθετικές αντιρρήσεις των μεν και
των δε:
Α1: Οι νέοι δεν πρέπει να θεωρούν τον εαυτό τους ανώριμο
για τη φιλοσοφία.
Α2: Οι ηλικιωμένοι δεν πρέπει να θεωρούν τον εαυτό
υπερώριμο γι’ αυτήν (ότι δηλαδή έχουν περάσει πια την ώριμη για τη φιλοσοφία
περίοδο της ζωής
τους).
Και για τους δύο το επιχείρημα είναι το ίδιο: Σο ζητούμενο
της ψυχικής
υγείας δεν γνωρίζει ηλικία.
Αν θέλαμε να ανασυστήσουμε τον συλλογισμό που υπόκειται
στη σκέψη του Επίκουρου, αυτός θα εμφανιζόταν ως εξής:
- Προκείμενη πρώτη: Η ψυχική υγεία αφορά τους πάντες,
νέους και ηλικιωμένους
- Προκείμενη δεύτερη και εννοούμενη: *Η φιλοσοφία
εξασφαλίζει την ψυχική
υγεία+
-
Συμπέρασμα:
Οι πάντες, νέοι και ηλικιωμένοι, πρέπει να φιλοσοφούν.
-
[ Ο Επίκουρος αποφεύγει να δώσει στον λόγο του αυστηρά
συστηματικό χαρακτήρα, να τον
φορτώσει με εξειδικευμένους τεχνικούς όρους και πολύπλοκα
λογικά σχήματα. Και αυτό επειδή απευθύνεται σε ένα ευρύ κοινό, που μπορεί και
να μην έχει συστηματική φιλοσοφική παιδεία. Σο χαρακτηριστικό αυτό της
διδασκαλίας του σίγουρα λειτούργησε θετικά –δίπλα ασφαλώς στο ίδιο το
περιεχόμενό της- στην ευρεία διάδοση της επικούρειας φιλοσοφίας
στονελληνορωμαϊκό κόσμο, επί πέντε ολόκληρους αιώνες.]
Ερμηνευτικό σχόλιο: Η ιδέα ότι η φιλοσοφία φροντίζει
την υγεία της ψυχής, όπως η ιατρική για την υγεία του σώματος, συναντάται
συχνά, με τον ένα ή τον άλλο τρόπο, στα κείμενα του Επίκουρου. Ενδεικτικά βλ.
Ἐπικούρου προσφώνησις, : Οὐ προσποιεῖσθαι δεῖ φιλοσοφεῖν͵ ἀλλ΄ ὄντως
φιλοσοφεῖν· οὐ γὰρ προσδεόμεθα τοῦ δοκεῖν ὑγιαίνειν͵ ἀλλὰ τοῦ κατ΄ ἀλήθειαν
ὑγιαίνειν : Δεν πρέπει να προσποιούμαστε ότι φιλοσοφούμε αλλά να φιλοσοφούμε
πραγματικά. Γιατί δεν έχουμε ανάγκη να φαινόμαστε υγιείς, αλλά να είμαστε στ’
αλήθεια υγιείς+.
Σο αρχικό επιχείρημα αναδιατυπώνεται στη δεύτερη περίοδο
με όρους συνωνυμίας:
ἄωρος = μήπω ὑπάρχειν ὥραν / μήπω παρεῖναι τὴν ὥραν
πάρωρος = παρεληλυθέναι τὴν ὥραν / μηκέτι εἶναι τὴν ὥραν
πρὸς τὸ κατὰ ψυχὴν ὑγιαῖνον = πρὸς εὐδαιμονίαν
Στην τρίτη περίοδο (επανα)κατατίθεται το συμπέρασμα, η
κεντρική θέση δηλαδή του φιλοσόφου: Ὥστε φιλοσοφητέον καὶ νέῳ καὶ γέροντι, πλαισιωμένο
από ένα δεύτερο επιχείρημα, και πάλι συμμετρικό:
Β1: Οι νέοι, καθώς θα οδηγούνται προς τα γηρατειά, θα
τείνουν να διασώσουν τη νεότητά τους, μέσα από την ευγνωμοσύνη για όσα ζουν.
Β2: Οι ηλικιωμένοι, θα νιώθουν νέοι μέσα στα γηρατειά
τους, καθώς θα αναπτύσσουν την έλλειψη φόβου για το μέλλον.
Η θέση που εδώ εννοείται: τόσο η ευγνωμοσύνη για τη ζωή,
όσο και η αφοβία για τα μελλοντικά δεινά ή τον θάνατο αποτελούν μια φιλοσοφική στάση
ζωής.
Η πρόταση-κατακλείδα της παραγράφου (το δείχνει ο
σύνδεσμος οὖν) επικεντρώνεται στον όρο-κλειδί του κεντρικού νοήματος: την εὐδαιμονία. Αυτή καταξιώνεται ως
απώτατος ανθρώπινος στόχος, διότι είναι ένα ολιστικό κριτήριο για την ανθρώπινη
ζωή: η παρουσία της εξασφαλίζει τα πάντα, ενώ η απουσία της μας οδηγεί να
πράττουμε τα πάντα, ώστε να την αποκτήσουμε.
[ Η θεώρηση της εὐδαιμονίας ως απώτατου σκοπού της
ανθρώπινης ζωής δεν αποτελεί, βέβαια, πρωτοτυπία του Επίκουρου. «Όλες οι
μετασωκρατικές φιλοσοφικές σχολές συμφωνούσαν, τουλάχιστον κατ’ αρχήν, στον
τελικό σκοπό κάθε ηθικής θεωρίας: να διατυπώσει και να διασφαλίσει τους ικανούς
και αναγκαίους όρους για την επίτευξη του φυσικού και τελικού στόχου ή σκοπού
(τέλους) της ανθρώπινης ζωής και πράξης: την επίτευξη της ευδαιμονίας. *...+
Για να γίνει αυτό, κανένας ανώτερος στόχος ή σκοπός δεν μπορεί να τεθεί ως
τέλος της ανθρώπινης δραστηριότητας, εκτός από μια κατάσταση ικανοποίησης ή,
ακόμη, μακαριότητας. Οι αρχαίοι ονόμαζαν αυτήν τη κατάσταση εὐδαιμονία. Επ’
αυτού όλοι συμφωνούν. Οι διαφορές εμφανίζονται όταν κανείς προσπαθεί να ορίσει
το πραγματικό περιεχόμενό της».]
Φιλοσοφία για την ευτυχία, λοιπόν.
Γ. Επιμέρους σχόλια (πέραν όσων περιλαμβάνονται στον Φάκελο
Υλικού)
μήτε μελλέτω, μήτε
κοπιάτω, φιλοσοφητέον, μελετᾶν χρή: Οι φράσεις αυτές έχουν τον έντονο δεοντολογικό χαρακτήρα
(προστακτικές, ρημ. επίθετο – τέος, που δηλώνει το δέον, χρὴ +απαρέμφατο)· και
ταιριάζουν στο γραμματειακό είδος: λόγος προτρεπτικός/διδακτική επιστολή.
ὥρα (ἄωρος, πάρωρος): στην αρχική της σημασία η λέξη
σημαίνει: ορισμένος χρόνος, χρονική περίοδος, εποχή του έτους, μέρος της ημέρας
ή του ημερονύκτιου. Στη συνέχεια, όμως, η λέξη ὥρα έφτασε να δηλώνει τον κατάλληλο
χρόνο, την κατάλληλη εποχή για κάτι (συνώνυμη της λέξης καιρός). Έτσι προέκυψε
και η απρόσωπη έκφραση ὥρα ἐστί: είναι ώρα, ο κατάλληλος καιρός για να γίνει
κάτι. Και αντίστοιχα το επίθετο ὡραῖος δηλώνει αυτόν που γίνεται την κατάλληλη
στιγμή, που βρίσκεται στην ακμή του, τον ώριμο. Στην αττική διάλεκτο η λέξη ὥρα
δήλωνε και την ώριμη ηλικία, μετά την νεότητα και πριν τα γηρατειά.
γηράσκων νεάζῃ, νέος
ἅμα καὶ παλαιὸς ᾖ:
Με το διπλό αυτό οξύμωρο, ο Επίκουρος τονίζει ότι η φιλοσοφία συμβάλλει στην
υπέρβαση, ως ασήμαντων τελικά, των ηλικιακών διαφοροποιήσεων. Κατά προέκταση, η
φιλοσοφία αναιρεί και άλλες διακρίσεις μεταξύ των ανθρώπων. Και δεν είναι
τυχαίο ότι η φιλοσοφική σχολή του Επίκουρου, ο Κῆπος, ήταν ανοικτός τόσο στους
Αθηναίους όσο και στους άλλους Έλληνες, αλλά και σε γυναίκες, σε δούλους, σε
φτωχούς ή και αμόρφωτους ανθρώπους.
γεγονότων, μελλόντων.
παρούσης, ἀπούσης:
Είναι έντονη η χρονικότητα που αποπνέουν αυτές οι αντιθέσεις (στη διαχρονία η
πρώτη, στη συγχρονία η δεύτερη). Αντανακλούν την κατασταλαγμένη πεποίθηση του
Επίκουρου ότι η γέννηση και ο θάνατος περικλείουν αυστηρά την ανθρώπινη ζωή·
ούτε προΰπαρξη της ψυχής υπάρχει, ούτε μεταθανάτια ζωή (αθανασία της ψυχής).
Δ. Άξονες συσχέτισης των Παράλληλων Κειμένων με το Κείμενο
Αναφοράς
1. Αριστοτέλης, Ἠθικὰ Νικομάχεια, Β 2.1-4, 1103b26-1104a5
Ο Αριστοτέλης επιμένει στην πρακτική σημασία τόσο της
ηθικής καθ’ εαυτήν όσο και της φιλοσοφικής πραγματείας που ερευνά και αναλύει
τη σχετική προβληματική. Η προσωπική του μακροχρόνια και επίμονη ενασχόληση με
ζητήματα ηθικής φιλοσοφίας δεν έγινε θεωρίας ἕνεκεν αλλά ἵνα ἀγαθοὶ γενώμεθα·
στο άμεσο ζητούμενο της ηθικής, αντίθετα προς άλλες επιστήμες που υπάρχουν τοῦ
εἰδέναι χάριν, δεν τον ενδιέφερε η θεωρία για τη θεωρία, η αναποτελεσματική
γνώση για την ίδια τη γνώση, αλλά πίστευε ότι εμβαθύνει γνωστικά για να
βοηθήσει τον εαυτό του και τους άλλους να γίνουν άνθρωποι καλύτεροι, να
κατακτήσουν το αγαθό.[ Ενδιαφέρον παρουσιάζει και η διατύπωση στα Ἠθικὰ
Εὐδήμια, 1216b20-23: < περὶ ἀρετῆς οὐ τὸ εἰδέναι τιμιώτατον τί ἐστίν, ἀλλὰ
τὸ γινώσκειν ἐκ τίνων ἐστίν. οὐ γὰρ εἰδέναι βουλόμεθα τί ἐστιν ἀνδρεία, ἀλλ’
εἶναι ἀνδρεῖοι, οὐδέ τί ἐστι δικαιοσύνη, ἀλλ’ εἶναι δίκαιοι : <με την αρετή
το πιο πολύτιμο δεν είναι να έχουμε γνώσεις, αλλά να γνωρίζουμε πώς να την
αποκτήσουμε. Διότι αυτό που θέλουμε δεν είναι να μάθουμε τι είναι ανδρεία, αλλά
να είμαστε ανδρείοι· ούτε τι είναι δικαιοσύνη, αλλά να είμαστε δίκαιοι
.
Σο γεγονός ότι η αριστοτελική ηθική είναι εξ αρχής
προσανατολισμένη όχι στη γνώση αλλά στην πράξη έχει καίριες γνωσιολογικές
συνέπειες. Ο φιλόσοφος δεν πρόκειται να αναζητήσει απόλυτες αξίες και
ακαταμάχητες αλήθειες, αλλά θα εξετάσει την ηθική πράξη μέσα σε συγκεκριμένα ιστορικά
συμφραζόμενα και χωροχρονικά πλαίσια. Η ηθική πράξη είναι άρρηκτα συνδεδεμένη
με τον καιρόν, την χρονικά εντοπισμένη συγκυρία και δεν προσφέρεται για
νοησιαρχικές βεβαιότητες αιτιοκρατικού τύπου· μόνο μία πιθανολογική προσέγγιση
μπορεί να διαυγάσει την κάθε ξεχωριστή ανθρώπινη πράξη64
.
2. Επικούρειοι: Επίκουρος και Διογένης Οινοανδεύς
Στον ιαματικό ρόλο της φιλοσοφίας έχουμε ήδη αναφερθεί
στην προηγούμενη ενότητα.
Η δημόσια επιγραφή του Διογένη από τα Οινόανδα αποτελεί
σημαντική πηγή για την επικούρεια φιλοσοφία. Είναι, μάλιστα, πολύ πιθανό ότι βασίζεται
σε επιστολή του ίδιου του Επίκουρου. Κεντρική ιδέα του αποσπάσματος αποτελεί ο
πανανθρώπινος χαρακτήρας της επικούρειας φιλοσοφίας, και η πρακτική ωφελιμότητα
της φιλοσοφίας στην ζωή του κάθε ανθρώπου. Ο Διογένης απευθύνεται στους πάντες
υπερβαίνοντας όρια χρόνου (δίκαιον δ΄ ἐστὶ καὶ τοῖς μεθ΄ ἡμᾶς ἐσομένοις
βοηθῆσαι -κἀκεῖνοι γάρ εἰσιν ἡμέτεροι καὶ εἰ μὴ γεγόνασί πω) και χώρου (πρὸς δὲ
δὴ φιλάνθρωπον καὶ τοῖς παραγεινομένοις ἐπικουρεῖν ξένοις). Στην εποχή του έχει
προ πολλού καταρρεύσει η πολιτειακή δομή της αρχαιοελληνικής πόλεως και ο φιλόσοφος
μπορεί πια να ενστερνίζεται ένα πνεύμα οικουμενικό. Τότε μπορεί κανείς (όπως
και ο Διογένης) να γίνει άνετα θιασώτης της πολύ
παλαιότερης, αλλά ανθεκτικής και ακμάζουσας, επικούρειας
διδασκαλίας, ακριβώς γιατί αυτήν ενείχε εξαρχής μια πανανθρώπινη απόβλεψη.
Αυτήν αντανακλά το ίδιο το κολοσσιαίο μέγεθος της επιγραφής: ένα τεράστιο βιβλίο,
ανοικτό σε όλες τις σελίδες του, για να το διαβάσει ο καθένας.
3. Κ. Π. Καβάφης, «Από την σχολήν του περιωνύμου
φιλοσόφου»
Ο νεαρός πρωταγωνιστής του καβαφικού ποιήματος επιλέγει
ένα τρόπο ζωής δοσμένο στις σωματικές ηδονές· τον προτιμά –με μάλλον βιαστικά
και πρόσκαιρα κριτήρια- από άλλους τρόπους ζωής: αυτούς που προτείνουν είτε η
φιλοσοφία είτε η πολιτική είτε η θρησκεία.
Ο Καβάφης προβάλλει εμφατικότερα την απόρριψη της
φιλοσοφίας, και γι’ αυτό την τονίζει αποκλειστικά και στον τίτλο του ποιήματος.
Αυτό, ίσως επειδή η ίδια φιλοσοφία λειτουργούσε στα χρόνια του Αμμώνιου Σακκά
(175- 242 μ.Φ.) ως επιλέξιμος τρόπος ζωής· και, εξάλλου, ο νεαρός πρωταγωνιστής
του ποιήματος εμφανίζεται να τον πλησίασε για δύο χρόνια (χωρίς να αποκόμισε
τίποτε).
Ο ίδιος ο ποιητής, βεβαίως, δεν βάλλει ευθέως κατά της
φιλοσοφίας. Ο νεαρός πρωταγωνιστής του εμφανίζεται να επέλεξε τον Αμμώνιο Σακκά
ως περιώνυμο, (χωρίς να τον εκτιμά: γέρος), να ζητούσε σ’ αυτόν κάτι για να καταπολεμήσει
την ανία του, και εντέλει θα μπορούσε να τον εναλλάξει με οποιονδήποτε άλλο
φιλόσοφο, αδιακρίτως του τι αυτός θα δίδασκε (Κι αν εν τω μεταξύ απέθνησκεν ο
γέρος /πήγαινε σ’ άλλου φιλοσόφου ή σοφιστού·/πάντοτε βρίσκεται κατάλληλος
κανείς). Όλα αυτά δείχνουν ότι ο φιλοσοφικός τρόπος ζωής υπακούει σε ορισμένες
αρχικές προϋποθέσεις.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου